ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ
Ο παρών Κώδικας Δεοντολογίας δεσμεύει όλα τα μέλη της Ελληνικής Εταιρείας Συστημικής Θεραπείας (ΕΛΕΣΥΘ) ατόμων, οικογενειών, ομάδων και μεγαλύτερων οργανισμών. Αφορά τα μέλη της ΕΛΕΣΥΘ στην σημαντική ευθύνη τους απέναντι στις απαιτήσεις της ιδιότητας του ψυχοθεραπευτή, του επόπτη, του συμβούλου και του εκπαιδευτή καθώς και στη σχέση τους με τους θεραπευόμενους, τους εκπαιδευόμενους, τους εποπτευόμενους και τους συναδέλφους τους. Η ηθική και η δεοντολογία της συστημικής θεραπείας απαιτεί δια βίου προσωπική δέσμευση ως προς τις αρχές και τις αξίες που διέπουν τον θεραπευτικό ρόλο.
Επιλέγοντας τη συμμετοχή στην Ελληνική Εταιρεία Συστημικής Θεραπείας το κάθε μέλος συμφωνεί να συμπεριφέρεται και να ενεργεί επαγγελματικά σύμφωνα με τον ισχύοντα Κώδικα Δεοντολογίας της και να δέχεται όποια απόφαση λαμβάνεται από την εταιρεία σύμφωνα με αυτόν τον Κώδικα.
I. Γενικές Αξίες
1. Τα μέλη διάγουν με σεβασμό στον άνθρωπο και στις σχέσεις του, με τρόπο συμβατό προς τις ανθρώπινες αξίες της θεραπευτικής, εποπτικής και εκπαιδευτικής λειτουργίας και με τις αρχές της συστημικής προσέγγισης, στηρίζοντας έτσι το κύρος και τη σοβαρότητα της Εταιρείας Ενήμερα της επίδρασης που μπορούν να έχουν στη ζωή των θεραπευομένων και των εκπαιδευομένων[1] τους αποφεύγουν να εκμεταλλεύονται την εμπιστοσύνη τους για δικό τους όφελος.
2. Η Εταιρεία δεν κάνει διάκριση ανάμεσα στα μέλη της με κριτήριο την καταγωγή, την εθνικότητα, την ιδεολογία, το χρώμα, το φύλο, ή τη θρησκεία. Αυτονόητο είναι ότι τα μέλη της Εταιρείας φέρονται με βάση αυτές τις αρχές σε κάθε θεραπευτική, εκπαιδευτική και συναδελφική σχέση τους.
II. Αναφορικά με την ιδιότητά τους
1. Τα μέλη φροντίζουν να ενημερώνονται για τις εξελίξεις στο χώρο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας και ειδίκευσης, να διευρύνουν τις επιστημονικές γνώσεις τους και να εξελίσσουν τις θεραπευτικές τους δεξιότητες.
2. Τα μέλη είναι ανοικτά προς την συνεργασία με τους συναδέλφους τους και τα άλλα μέλη της Εταιρείας.
3. Τα μέλη μεριμνούν για την δική τους προσωπική ανάπτυξη και ζητούν βοήθεια και εποπτεία για προσωπικά τους θέματα, τα οποία ενδεχομένως επηρεάζουν αρνητικά την επαγγελματική τους δραστηριότητα.
4. Τα μέλη χρησιμοποιούν μόνο τίτλους σπουδών που ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Δεν παρέχουν, διαφημίζουν, ή υπόσχονται υπηρεσίες ούτε χρησιμοποιούν μεθόδους στις οποίες δεν έχουν εκπαίδευση ή εμπειρία.
IIΙ. Eπαγγελματικό / Θεραπευτικό απόρρητο
1. Τα μέλη τηρούν εχεμύθεια όσον αφορά στοιχεία της ιδιωτικής ζωής των θεραπευομένων, των εποπτευομένων και των συμμετεχόντων σε έρευνές τους εξασφαλίζοντας την ανωνυμία τους. Πληροφορίες που αναφέρονται σε εποπτεία περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία για το σκοπό αυτό. Το ίδιο ισχύει και σε παρουσιάσεις σε επιστημονική ή εκπαιδευτική συνάντηση και στη διαμόρφωση εκπαιδευτικού ή εποπτικού υλικού. Εάν το μέλος θεωρεί βάσιμα ότι έχει καθήκον να ανακοινώσει στην οικογένεια ή στην πηγή παραπομπής ή οπουδήποτε αλλού κάποια πληροφορία που αφορά τον θεραπευόμενο, οφείλει να έχει γραπτή έγκριση από εκείνον, στην οποία αναφέρεται ρητά ότι εξουσιοδοτείται ο θεραπευτής να μεταφέρει τη συγκεκριμένη πληροφορία στον συγκεκριμένο αποδέκτη.
2. Η παραπάνω υποχρέωση εχεμύθειας λύεται σε κάθε περίπτωση που απαιτείται ή επιτρέπεται από το νόμο. Τέτοιες περιπτώσεις είναι η έγγραφη εντολή από τις δικαστικές αρχές για παροχή πληροφοριών στις ίδιες, η βάσιμη υπόνοια του θεραπευτή ότι κινδυνεύει η ζωή του θεραπευόμενου, ή άλλου τρίτου προσώπου. Στις περιπτώσεις αυτές ενημερώνεται ο θεραπευόμενος και δίνεται η πληροφορία στους ελάχιστους αναγκαίους αποδέκτες. Η Εταιρεία δεν στρέφεται κατά του μέλους που αρνήθηκε να δώσει πληροφορίες σε δικαστικές αρχές αν το μέλος έχει λόγους να θεωρεί, ότι η αποκάλυψη αυτή θα προκαλέσει σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη στον θεραπευόμενο ή αν κατά την κρίση του θεωρεί ότι είναι άσχετη με το υπό δικαστική έρευνα θέμα.
3. Σε κάθε περίπτωση, σε δημόσια ή ιδιωτικού δικαίου κέντρα θεραπείας και εκπαίδευσης στη θεραπεία ή σε ιδιωτική άσκηση ψυχοθεραπείας, τα έγγραφα, που αφορούν τους θεραπευόμενους, είτε τηρούνται ηλεκτρονικά είτε σε αρχεία άλλης μορφής, φυλάσσονται με τρόπο που να προστατεύεται το απόρρητο του προσώπου και δεν εκτίθενταισε άτομα άσχετα προς τη θεραπευτική διαδικασία ή σε μέλη της οικογένειας των θεραπευομένων.
4. Κάθε έκθεση αρχείων ήχου ή εικόνας, καθώς και κάθε ζωντανή παρακολούθηση θεραπευτικών συνεδριών από εκπαιδευόμενους ή άλλους συναδέλφους γίνεται μετά από ενημέρωση και έγκριση των θεραπευομένων ή των συμμετεχόντων σε έρευνα. Η έγκριση αυτή οφείλει να έχει συγκεκριμένη διάρκεια.
5. Τα μέλη ενημερώνουν την Εταιρεία για κάθε δικαστική εμπλοκήτους με θεραπευομένους τους που άπτεται της θεραπευτικής ή επιστημονικής ιδιότητας και για την έκβαση τέτοιας εμπλοκής. Ζητούν γνωμοδότηση από την Εταιρεία για να είναι μάρτυρες ή κατήγοροι θεραπευόμενού τους. Στην αντίθετη περίπτωση η Εταιρεία μπορεί να καλεί σε πειθαρχική εξέταση μέλη της εκτός αν η εμπλοκή τους έχει ζητηθεί νομίμως από τις δικαστικές αρχές ή αν η δικαστική υπόθεση είναι τελείως άσχετη με τη θεραπευτική σχέση.
IV. Έρευνα
1. Σε περίπτωση ανάθεσης σε μέλη της Εταιρείας έρευνας ή έντυπης έκδοσης, η Εταιρεία έχει το δικαίωμα να δημοσιεύσει ή να εκδώσει τα ερευνητικά αποτελέσματα με το όνομα ή τα ονόματα των συντελεστών, σεβόμενη απόλυτα τη συνεισφορά τους και την πνευματική τους ιδιοκτησία.
2. Τα μέλη που έχουν επιφυλάξεις, αντιρρήσεις ή βρίσκονται σε σύγκρουση με άλλα μέλη σχετικά με θέματα επαγγελματικής δεοντολογίας, επιστημονικής μεθοδολογίας ή πνευματικής ιδιοκτησίας, οφείλουν να αποφεύγουν οποιαδήποτε δημόσια κριτική ή δυσφήμιση και να ζητούν τη συνδρομή της Εταιρείας στην λύση του θέματός τους.
3. Στις έρευνες που διεξάγουν μέλη της Εταιρείας, σε οποιοδήποτε χώρο, ισχύουν τα διεθνώς καθιερωμένα στους ερευνητικούς χώρουςπερί αξιοπιστίας, ηθικής, ενήμερης συναίνεσης κλπ.
4. Σε περίπτωση ανακοίνωσης ή μετάδοσης ερευνητικών δεδομένων ή επιστημονικών και θεραπευτικών απόψεων από μη επιστημονικά μέσα και χώρους ενημέρωσης με ευρεία πρόσβαση στο κοινό, όπως η τηλεόραση, οι εφημερίδες κ.λπ, τα μέλη ευθύνονται για την εγκυρότητα των στοιχείων που ανακοινώνουν όπως ακριβώς αν επρόκειτο για ανακοινώσεις σε επιστημονικό χώρο. Μπορεί να είναι διατυπωμένα χωρίς τεχνική ορολογία για να είναι κατανοητά. Σε περίπτωση παραλείψεων ή παρανοήσεων οφείλουν να επιδιώξουν τη δημοσίευση των διευκρινήσεών τους. Η παρουσίαση δεδομένων και η μεταφορά επιστημονικών γνώσεων στο ευρύ κοινό από οποιοδήποτε χώρο, πρέπει να γίνεται με τρόπο που να διαφυλάσσει το κύρος και την αξιοπιστία του επαγγέλματός τους να μην παραβιάζει τον παρόντα κώδικα και να μην είναι ασύμβατη με τη συστημική γενικά τοποθέτηση.
5. Η Εταιρεία προστατεύει και δεν διώκει κανένα μέλος της που με έγκυρη επιστημονικά έρευνα φτάνει σε συμπεράσματα αντίθετα προς τις αρχές της, ή ανεπιθύμητα από την κοινότητα. Η πειθαρχική επιτροπή στην περίπτωση αυτή έχει δικαίωμα και χρέος να ερευνήσει μόνο την επιστημονική εγκυρότητα της έρευνας.
V. Σχέσεις με άλλους επαγγελματίες και ειδικότητες
1. Τα μέλη, αν και προέρχονται από διαφορετικά βασικά επαγγέλματα μοιράζονται την ιδιότητα του συστημικού ψυχοθεραπευτή. Καθένας οφείλει να λειτουργεί μέσα στα όρια του δικού τους βασικού επαγγέλματος σε συνδυασμό με το ρόλο του ψυχοθεραπευτή και να συνεργάζεται διεπιστημονικά ή να παραπέμπει σε συνάδελφο άλλου βασικού επαγγέλματος εντός ή εκτός Εταιρείας όταν αυτό κρίνεται θεραπευτικά αναγκαίο. Επίσης οφείλει να παραπέμπει το θεραπευόμενο σε ψυχοθεραπευτή διαφορετικής προσέγγισης ή ειδίκευσης εφόσον θεωρήσει ότι είναι προς όφελος του συγκεκριμένου θεραπευόμενου ή εφόσον το ζητήσει ο ίδιος ο θεραπευόμενος. Τέλος, οφείλει να αποφεύγει να παρέχει ψυχοθεραπευτική υπηρεσία όταν γνωρίζει το άτομο που απευθύνεται σε αυτόν βρίσκεται ήδη σε θεραπεία με άλλο ψυχοθεραπευτή, εκτός αν όλοι οι ενεχόμενοι έχουν συμφωνήσει να συνεργασθούν για βάσιμους επιστημονικά λόγους.
2. Τα μέλη δεν σχολιάζουν αρνητικά δημοσίως ή ιδιωτικά άλλα μέλη. Το θιγόμενο μέλος ή και η Εταιρεία μπορούν να συγκαλέσουν πειθαρχική εξέταση του σχολιάζοντος.
3. Tα μέλη αναγνωρίζουν τη συνεισφορά των συναδέλφων τους σε αυτούς και όταν αξιοποιούν τις ιδέες τους και την δουλειά τους φροντίζουν να αναφέρονται σε αυτούς με κατάλληλο τρόπο στην βιβλιογραφία.
VI. Θεραπευτικές υπηρεσίες / Θεραπευτική σχέση
1. Στο αρχικό στάδιο της συμβουλευτικής ή ψυχοθεραπευτικής παρέμβασης, τα μέλη οφείλουν να ενημερώνουν τους θεραπευόμενους προφορικά ή και γραπτά για τους όρους του θεραπευτικού συμβολαίου και συγκεκριμένα για τις βασικές αρχές της συστημικής προσέγγισης και της συγκεκριμένης θεραπείας που προτείνουν, την πιθανή διάρκεια της παρέμβασης, τους οικονομικούς όρους, το επαγγελματικό απόρρητο, τις διαδικασίες διακοπής της θεραπείας, καθώς και για τη δυνατότητα του θεραπευόμενου να εκφράζει επιφυλάξεις για τους όρους της σχέσης με τον θεραπευτή εντός και εκτός θεραπείας.
2. Τα μέλη δεν κάνουν συμβουλευτικές ή ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις προς πρόσωπα με τα οποία συνδέονται με στενή σχέση συγγενική, φιλική, επαγγελματική, ή ερωτική, στο παρόν ή στο κοντινό παρελθόν. Διατηρούν ωστόσο το δικαίωμα να εκφέρουν απόψεις που θα μπορούσε οποιοσδήποτε άλλος μη ειδικός να εκφέρει με την ανθρώπινη ιδιότητα του ή και να ενθαρρύνουν σε αυτούς την αναζήτηση συμβουλευτικής και θεραπείας.
3. Τα μέλη δεν συνάπτουν, ούτε υπόσχονται ή υπονοούνοποιαδήποτε ερωτική σχέση με θεραπευόμενούς τους ή τους στενούς συγγενείς τους. Αυτό ισχύει και για εύλογο χρονικό διάστημα μετά τη λήξη της θεραπευτικής σχέσης.
4. Τα μέλη κατά τη διάρκεια της θεραπείας δεν συνάπτουν σχέσεις με τους θεραπευόμενους στις οποίες αποκτούν κάποιο ειδικό πλεονέκτημα, οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό, θρησκευτικό λόγω της συγκεκριμένης σχέσης. Τα μέλη δεν εισπράττουν από, ούτε πληρώνουν προς οποιονδήποτε, προμήθεια για παραπομπή πελατών ή διενέργεια διαγνωστικών δοκιμασιών.
5. Σε πλαίσια όπου τα μέλη εργάζονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας, συνεχίζουν να υπηρετούν τις ίδιες αξίες. Η θεραπευτική αφοσίωσή τους είναι προς τους θεραπευόμενους και δεν τροποποιούν τους σκοπούς της θεραπείας αν τους ζητηθεί (ή σαφώς υπονοηθεί), με τρόπο που δεν υπηρετεί τα άτομα αλλά το πλαίσιο στο οποίο εργάζονται. Τα μέλη προσδιορίζουν καθαρά τη δική τους δικαιοδοσία.
6. Τα μέλη τερματίζουν τη θεραπεία όταν, κατά την καλύτερη κλινική κρίση τους ο θεραπευόμενος δεν την χρειάζεται πλέον, ή όταν δεν την επιθυμεί πια. Αν τη χρειάζεται, ενώ δεν την επιθυμεί, έχουν υποχρέωση να τον ενημερώσουν ότι χρειάζεται να συνεχίσει, εν ανάγκη σε άλλο θεραπευτικό πλαίσιο.
VII. Εκπαιδευτική και Εποπτική Σχέση
1. Τα μέλη που φέρουν την ιδιότητα του εκπαιδευτή και επόπτη θεραπείας οφείλουν να είναι ενήμερα της ευθύνης που φέρει αυτός ο ρόλος και να σέβονται την σχέση αυτή, αποφεύγοντας την εκμετάλλευσή της κατά οποιοδήποτε τρόπο.
2. Τα μέλη οφείλουν να ενημερώνουν τους εποπτευόμενους προφορικά ή και γραπτά για τους όρους του συμβολαίου εποπτείας και για τις βασικές αρχές της συστημικής προσέγγισης που προτείνουν, τους οικονομικούς όρους, το επαγγελματικό απόρρητο, τις διαδικασίες διακοπής της εποπτείας, καθώς και για τη δυνατότητα του εποπτευόμενου να εκφράζει επιφυλάξεις για τους όρους της σχέσης με τον επόπτη.
3. Τα μέλη δεν συνάπτουν, ούτε υπόσχονται ή υπονοούνοποιαδήποτε ερωτική σχέση με εποπτευόμενους τους κατά τη διάρκεια της εποπτείας και φροντίζουν να μην αποκτούν κάποιο ειδικό πλεονέκτημα, οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό, θρησκευτικό λόγω της συγκεκριμένης σχέσης.
4. Τα μέλη, όταν κρίνουν ότι ο εποπτευόμενος χρειάζεται την συνέχιση της εποπτείας, ενώ δεν την επιθυμεί, έχουν υποχρέωση να τον ενημερώσουν ότι χρειάζεται να συνεχίσει, εν ανάγκη σε άλλο πλαίσιο.
VIII. Παραβίαση του Κώδικα Δεοντολογίας
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΛΕΣΥΘ δεσμεύεται να ορίζει ή να διενεργεί εκλογές για την δημιουργία επιτροπής δεοντολογίας, αποτελούμενης από δύο μέλη και ένα αναπληρωματικό, που φροντίζει για την τήρηση αυτού του Κώδικα και διαχειρίζεται τις περιπτώσεις παραβιάσεων.
Εάν για μέλος της Εταιρείας, κάποιο πρόσωπο ή οργανισμός αναφερθεί στον υπεύθυνο φορέα ή την ίδια την Εταιρεία ή τον επαγγελματικό του σύλλογο ή δικαστική αρχή ότι έχει διαπράξει σοβαρή ηθική παραβίαση, η Επιτροπή Δεοντολογίας της Εταιρείας δύναται να προτείνει την απόσυρση της ιδιότητας του μέλους της Εταιρείας.
Ο παρών κώδικας δεοντολογίας συντάχθηκε από το Δ.Σ. της ΕΛΕΣΥΘ και ψηφίστηκε στη Γενική Συνέλευση της 5/2/2005 για να συμπεριληφθεί ως παράρτημα στο καταστατικό.
Σημείωση: Σε θέματα που αφορούν διαφήμιση μελών, δημοσιεύσεις και εμφανίσεις σε μέσα μαζικής ενημέρωσης, διαχείριση ψυχολογικών δοκιμασιών (αν π.χ. παραδίδονται στον θεραπευόμενο) όπως και σε όποιο άλλο δεν αναφέρεται ρητά στα άρθρα του παρόντος κώδικα ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΩΝ ΟΙΚΕΙΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ:
[1] Η αναφορά σε θεραπευόμενους, εποπτευόμενους και εκπαιδευόμενους συμπεριλαμβάνει άτομα, οικογένειες, ομάδες, ζευγάρια, ή οργανισμούς.